Η πόλη που αντέχω να ζω



Ζω σε μια πόλη που το ολόλευκο μισοφέγγαρο
καρφώνουν οι σκουριασμένες κεραίες μιας γκρίζας πολυκατοικίας
Ζω σε μια πόλη που τα χνώτα των προγόνων μου
τρυπούν τη τσιμεντένια άσφαλτο και μπερδεύονται
με το χνώτο της μπογιατισμένης ηρωίνης

Σε αυτή τη πόλη ζω
που ο Νικόλας με το ξυρισμένο κεφάλι
πουλάει διάφανες πλαστικές σακούλες με ξεφλουδισμένα αμύγδαλα
και η Αφροδίτη στοιβάζει στη χάρτινη σακούλα της
κινέζικες πλεχτές μπλούζες σε τιμή ευκαιρίας


Κάθε πρωί σηκώνω ψηλά το κεφάλι και βλέπω τον καιρό
καμιά πρόγνωση δεν μου είναι αρκετή
κανείς δεν μπορεί να παραβγεί στις γραμμές που χαράζει
ο απέραντος ουρανός της
με τα άλλοτε πηχτά του σύννεφα
και άλλοτε τις μικρές μπάλες σταχτί βαμβακιού διάσπαρτου στον ορίζοντα
Ξέρω το καιρό σε μια πόλη που κάθε μέρα με εκπλήσσει στο άπειρο
σε μια πόλη που αναπολώ τις μεγάλες της δόξες
ή τις καλά κρυμμένες καλές γωνιές της
για να μπορώ να ζω κοντά της

Και όμως
αντέχω να ζω
στην πόλη που με πληγώνει καθώς μεταλλάσσεται
που όλα γκρεμίζονται
και η πνοή της πνίγεται μέσα στην απόγνωση
της μέρας
γιατί ακόμη μπορώ να σηκώνω το κεφάλι ψηλά
και να κοιτώ τον απέραντο ουρανό της

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις