Δισεκατομμύρια χρόνια


Δισεκατομμύρια χρόνια κλεισμένη σ’ ένα κουκούλι
Υφαίνω τους τοίχους με σιωπή
Από παιδί έκανα ταξίδια απ’ το παράθυρο
Με το παγερό αέρα από το σπασμένο τζάμι να μου κόβει την ανάσα
Τα λόγια μου τα στρωνα πάνω στο κίτρινο τραπέζι
Τα στρίμωχνα ανάμεσα στο ξύλο της καρυδιάς και την μπογιά
Έπειτα έπλεκα ολόκληρα κουβάρια από ερωδιούς και ολόλευκους γλάρους
Τέντωνα την κλωστή και τα ταξίδευα πίσω από τα ψηλά βουνά
Την ώρα που χάραζε η αυγή

Τα βράδια οι λέξεις μου γύριζαν πίσω
Και γω κλεινόμουν πάλι στο κουκούλι
Έσκυβα στον αργαλειό και ύφαινα τους τοίχους με σιωπή
Δισεκατομμύρια χρόνια σ’ένα κουκούλι
Ύφαινα τους τοίχους με σιωπή

Δισεκατομμύρια χρόνια μετά θα σπάσω το κουκούλι
Θα φτιάξω ένα σπίτι ανοιχτό
Που θα θροίζει στους αγέρες
Θα χει παράθυρα ανοιχτά, δίχως πατζούρια
Και θα κοιτάει κατάματα τον ήλιο
Οι λέξεις θα ανασαίνουν δυνατά
Αγέρωχα θα ανοίγουν τα φτερά τους επάνω στους αιθέρες

cΜαριάννα Γεωργοτά

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις